-
1 μεθίδρυσις
A migration, τινῶν εἰς .. Str.8.6.10; removal, Plu.2.927a. -ύω, place differently, transpose,ἐπὶ τἀναντία τὸν βίον Pl.Lg. 904e
:—[voice] Med., migrate, Arist.Ath.19.2, D.H.6.52:—[voice] Pass., keep moving,ἄλλοθεν ἀλλαχόσε Plu.Ages.11
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μεθίδρυσις
См. также в других словарях:
μεθιδρύω — (Α) 1. μεταθέτω, μετατοπίζω («ἐπὶ τἀναντία μεθιδρύσασα τὸν ἑαυτῆς βίον», Πλάτ.) 2. μέσ. μεθιδρύομαι α) παίρνω κάτι μαζί μου από έναν τόπο σε άλλο β) αλλάζω θέση πηγαίνοντας από τόπο σε τόπο, μετατοπίζομαι συνεχώς («ὑπέφευγεν ἄλλοθεν ἀλλαχόσε… … Dictionary of Greek
άλλος — η, ο (ΑΜ ἄλλος, η, ον) (ως αντωνυμία ή επίθετο) 1. αυτός που διακρίνεται από κάποιον ή κάποιους, που ήδη έχουν αναφερθεί ή υπονοηθεί 2. (ενάρθρως) ο άλλος, οι άλλοι αυτός ή αυτοί που απομένουν, οι υπόλοιποι 3. διαφορετικός, αλλιώτικος, άλλου… … Dictionary of Greek